Ο ερχομός ενός μωρού είναι ένα από τα θαύματα της ζωής… ίσως το μεγαλύτερο.
Από την άλλη όμως αποτελεί και μία πηγή άγχους για κάποιους γονείς, ειδικά για εκείνους που ζουν μαζί με ένα νεογέννητο για πρώτη φορά.
Ο γονείς ανυπομονούν να δώσουν ότι καλύτερο μπορούν στο μικροσκοπικό πλασματάκι που τους αλλάζει τη ζωή μέρα με τη μέρα αλλά από την άλλη ανυπομονούν να δουν ότι το μωράκι παίρνει την αγάπη τους αλλά και τους δείχνει και τη δική του. Πώς όμως μπορεί ένας άνθρωπος λίγων ημερών ή εβδομάδων να εκφράσει την αγάπη του;
Ένα μωρό μπορεί μέσα από το χαμόγελο του να στείλει τόσο τους γονείς αλλά και όλους τους συγγενείς στα ουράνια 🙂 !!! Αν και τα πρώτα χαμόγελά του το βρέφος δεν τα χαρίζει ακριβώς σε εμάς αλλά αποτελούν αντανακλαστικές κινήσεις και σχηματισμούς που πιθανότατα αφορούν και την ανακούφισή του από τις σωματικές του λειτουργίες, σταδιακά το χαμόγελο γίνεται εκούσιο μέσο επικοινωνίας με τους ανθρώπους που το πλαισιώνουν.
Το κοίταγμα μέσα στα μάτια οδηγεί από την πλευρά των γονέων σε «μωρουδιακούς έρωτες» ενώ από την πλευρά του μωρού έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει σαφής προτίμηση των μωρών να κοιτάζουν το πρόσωπο των ανθρώπων και ειδικά τα μάτια και το στόμα. Το κοίταγμα αποτελεί για τον εγκέφαλο των «θηλαστικών» γονέων το μέσο με το οποίο υποκινείται η προσοχή και η φροντίδα τους προς το μωρό τους και θεμελιώνεται η μη λεκτική επικοινωνία τους.
Οι «φωνούλες» που ακούγονται από ένα μωρό καθώς δέχεται φροντίδα αποτελούν τις πρώτες του προσπάθειες να συνδεθεί με τους γονείς του. Ακόμη και το κλάμα ή το παράπονο από ένα βρέφος μία έμπειρη μητέρα μπορεί να το διαφοροποιήσει ανάλογα με το τι θέλει να εκφράσει. Αυτό που θα το βοηθήσει είναι να του απαντούμε αφού έχουμε προσπαθήσει να αποκωδικοποιήσουμε και από τις σωματικές του εκφράσεις τι μπορεί να θέλει να επικοινωνήσει. Με αυτό τον τρόπο μπαίνουν οι βάσεις για την αποτελεσματική επικοινωνία ανάμεσα στον γονιό και το παιδί για το μέλλον.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής, το μωρό σαφώς έχει ανάγκη την παρουσία των γονιών του και κυρίως της μητέρας του. Είναι ο χρόνος όπου η θεμελιώδης προσκόλληση του παιδιού με τους φροντιστές του μπορεί να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο θα σχετίζεται με τους ανθρώπους στο υπόλοιπο της ζωής του. Τα μωρά δυσαρεστούνται όταν ο άνθρωπος με τον οποίο έχει δεθεί απουσιάζει και το εκφράζουν με κλάμα, ανησυχία, κοίταγμα προς την πόρτα, κλπ. Είναι και αυτό μία απόδειξη της ζεστασιάς και της αγάπης που νιώθει για αυτόν που το φροντίζει.
Μετά από αρκετές εβδομάδες το μωρό μπορεί ακόμα και να μιμηθεί τον γονιό του. Αν ο γονιός παράγει έναν ήχο, θα προσπαθήσει να κάνει το ίδιο. Η αμοιβαία προσοχή είναι μία συμπεριφορά που εντείνεται μετά τους 9 μήνες ζωής και αποτελεί ένδειξη ότι το παιδί νιώθει συνδεδεμένο με το γονιό και θέλει να μοιραστεί μαζί του όσα συμβαίνουν γύρω τους.
Ίσως η μεγαλύτερη απόδειξη για το ότι και το παιδί τρέφει συναισθήματα για τον γονιό του είναι όταν στρέφεται προς αυτόν ή χώνεται στην αγκαλιά του για να νιώσει ασφάλεια. Ο γονιός συχνά γίνεται η κρυψώνα ενός μικρού παιδιού, η ασφαλής του βάση για να νιώσει προστασία από ανθρώπους που δεν γνωρίζει, από χώρους με τους οποίους δεν νιώθει οικειότητα. Πότε – πότε η συμπεριφορά αυτή γίνεται πολύ έντονη, με πολύ μεγάλη αναστάτωση από το παιδί και ονομάζεται περίοδος με υψηλό «άγχος αποχωρισμού». Αυτή η περίοδος αποτελεί μία φυσιολογική φάση στην ανάπτυξη του παιδιού που αναζητά έντονα τον άνθρωπο που αγαπάει και εμπιστεύεται ότι θα το κρατήσει ασφαλές.
ΑναΠΝΟΗ
Ελίνα Πετράκη, MSc Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια NDI