Ένα από τα συστατικά της ευτυχίας θεωρείται η απουσία της μοναξιάς. Οι καλές κοινωνικές σχέσεις παρέχουν ευεργετική ενέργεια που βοηθά να νιώσουμε γεμάτοι και χαρούμενοι.
Όμως η μοναξιά βιώνεται το ίδιο για όλους;
Είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς πόση μοναξιά που μπορεί να νιώθει κάποιος καθώς χρειάζεται να λάβει υπόψη του τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά στοιχεία. Ο αριθμός των κοινωνικών σχέσεων και η ποιότητα τους είναι δύο παράγοντες που αλληλεπιδρούν για να προσδιορίσουν το πόσο μόνος ή μόνη νιώθω στην τρέχουσα περίοδο της ζωής μου.
Οι ερευνητές την εξέτασαν παράλληλα με ένα ή περισσότερα ψυχικά τραύματα που μπορεί οι άνθρωποι να έχουν ζήσει στη ζωή τους και να έχουν επηρεάσει τον τρόπο που σχετίζονται με τους γύρω τους και εντόπισαν τέσσερις κατηγορίες μοναξιάς:
1) Ελάχιστη μοναξιά μπορεί να νιώσουν όσοι έχουν πολλές και ποιοτικές κοινωνικές σχέσεις. Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτουν περισσότεροι από τους μισούς ανθρώπους και οι οποίοι νιώθουν επαρκείς, τόσο κοινωνικά όσο και συναισθηματικά.
2) Λίγη μοναξιά μπορεί να νιώσουν όσοι έχουν περιορισμένες, αν και ποιοτικές, κοινωνικές σχέσεις και αποτελούν περίπου το 13% του πληθυσμού. Αυτή η κατηγορία θα μπορούσε να ονομαστεί κοινωνική μοναξιά. Οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν πολλούς αλλά λαμβάνουν την εκτίμηση και την οικειότητα που έχουν ανάγκη μέσα από τους λίγους.
3) Μέτριο επίπεδο μοναξιάς νιώθουν όσοι έχουν περιορισμένες και λιγότερο ποιοτικές κοινωνικές σχέσεις και αποτελούν περίπου το 25% των ανθρώπων. Η κατηγορία αυτή μπορεί να ονομαστεί συναισθηματική μοναξιά. Μπορεί να αλληλεπιδρούν με ανθρώπους, ωστόσο οι σχέσεις τους είναι κυρίως τυπικές χωρίς μεγάλη οικειότητα.
4) Πολύ μοναξιά (κοινωνική και συναισθηματική) βιώνουν οι άνθρωποι που έχουν πολύ περιορισμένες, σε αριθμό και σε ποιότητα, κοινωνικές σχέσεις. Αυτό βιώνει περίπου το 12% των ανθρώπων. Αυτό το είδος μοναξιάς είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό. Περιλαμβάνει ανθρώπους που ίσως έχουν πληγωθεί μία ή επανειλημμένες φορές, έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, δεν επιδιώκουν να πλησιάσουν άλλους, δεν έχουν αναπτύξει τις κοινωνικές τους δεξιότητες και ίσως δεν επιτρέπουν τους άλλους να έρθουν κοντά τους. Η πολύ μοναξιά και η αίσθηση αβοηθησίας αποτελεί παράγοντα που αυξάνει τον κίνδυνο αυτοκτονικότητας, χρήσης ουσιών και γενικότερα αποφάσεις που δείχνουν έλλειψη σεβασμού προς τον εαυτό.
Οι νεότερες έρευνες αποδεικνύουν ότι μόνο κάποια είδη μοναξιάς συνδέονται με χαμηλή ποιότητα ψυχικής υγείας και συχνότερες σωματικές ή ψυχολογικές διαταραχές. Το άγχος αυξάνει όσο αυξάνει η κοινωνική και συναισθηματική μοναξιά ενώ ένα κυρίαρχο χαρακτηριστικό των δύο τελευταίων κατηγοριών είναι η ύπαρξη συμπτωμάτων κατάθλιψης.
Επομένως, η ποιότητα των σχέσεων και όχι ο αριθμός τους είναι ο ισχυρότερος προβλεπτικός παράγοντας της καλής ψυχικής υγείας και αυτό αφορά κάθε ηλικία. Οι έρευνες δείχνουν, ωστόσο, ότι ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στις νέες γυναίκες χωρίς σχέση οι οποίες έχουν υποστεί ένα ή περισσότερα ψυχικά τραύματα στην παιδική τους ηλικία. Κρίνεται, λοιπόν, σημαντικό για κάθε άνθρωπο να εμβαθύνει τις σχέσεις του παρά να αγωνιά να τις κάνει περισσότερες καθώς επίσης η παροχή φροντίδας προς τα ψυχικά του τραύματα όσο πιο νωρίς στη ζωή του.